Σερβία by train 2010

2010-11-10 16:27

Φωτογραφίες από το ταξίδι

 

 Ημέρα πρώτη 28/10/2010

Το ραντεβού μας ήταν νωρίς το απόγευμα στο σταθμό της Θεσσαλονίκης. Πρώτη έφτασε η Ευδοκία από την Αθήνα. Μετά ο Μιχάλης με την Τζένη από το Αμύνταιο. Ακολουθώ εγώ από την Έδεσσα, ο Θοδωρής από το Κιλκίς και τέλος ο Ντάνης από τον Σταυρό. Αυτή τη φορά το βαλκανιζατέρ company θα αναχωρήσει για το Βελιγράδι με το τρένο. Ήμαστε έξι και έχουμε στη διάθεσή μας 2 εξάκλινα κουπέ για να αράξουμε τα κυβικά μας. Λίγο μετά τις 5 το απόγευμα αναχωρούμε. Περνάμε το Πολύκαστρο και πολύ σύντομα φτάνουμε στην Ειδομένη όπου σταματάμε για να τσεκάρουν τις φάτσες μας προκειμένου να περάσουμε στη Γευγελή και κατά συνέπεια στην ΠΓΔΜ. Έξω έχει ήδη νυχτώσει και στο τζάμι το μόνο που βλέπουμε είναι το εσωτερικό του κουπέ και τις μόρτικες φάτσες μας. Έχουν ήδη ανοίξει τα τάπερ με τα μουστοκούλουρα και τα μπουκάλια με τα κρασιά. Το γέλιο, οι πλάκες, τα πειράγματα περισσεύουν και ξεχειλίζουν απ’ το παράθυρο που το ανοίγουμε που και που για να πάρουμε αέρα και να ξεσκάσουμε από την αφόρητη ζέστη. Πριν αφήσουμε την ΠΓΔΜ και μπούμε στη Σερβία, αρχίζουμε να οριζοντιωνόμαστε στα κρεβάτια με πρώτη και καλύτερη την Τζένη. Έχουμε μοιραστεί σε δυο κουπέ και προσπαθούμε να κοιμηθούμε. Μετά από μερικές ακόμη παρτίδες γέλιου καταφέρνουμε να κάνουμε πράξη το sweet dreams……. Alabama (επινόηση της Ευδοκίας :p).

Σε κάποια στιγμή μέσα στη νύχτα και μέσα στα σκοτάδια μας ξυπνάνε για να μας κάνουν να νιώσουμε και να συνειδητοποιήσουμε πως αφήνουμε την ΠΓΔΜ και εισερχόμεθα εις την πολυπόθητην Σερβίαν! Ύπνος και πάλι μέχρι πρωίας.

 Ημέρα δεύτερη 29/10/2010 

 Στο Βελιγράδι φτάσαμε λίγο μετά τις επτά το πρωί. Ταξιδέψαμε με το τρένο 15 ώρες περίπου. Τα ρολόγια μας δείχνουν ήδη μια ώρα πίσω από την ΠΓΔΜ ακόμη. Ξεδιπλώνουμε τους χάρτες προσπαθώντας να προσανατολιστούμε (σύμφωνα με την ανατολή του ήλιου, πςςςςςς μεγάλοι επιστήμονες όλοι μας!!!) και στοχεύουμε το χόστελ στο οποίο θα μέναμε. Χωρίς χασίματα και καθυστερήσεις το βρίσκουμε πολύ εύκολα και ξεφορτώνουμε τα πράματά μας. Μένουμε σε ένα πολύ συμπαθητικό χόστελ ονόματι San Mara επί της οδού Κράλια Μιλάνα. Έχει 2 τετράκλινα δωμάτια, ένα δίκλινο, 2 μπάνια, μια κουζίνα και ένα σαλόνι-χωλ. Υπάρχει και κοινόχρηστος Η/Υ με σύνδεση στο ίντερνετ. Ο ιδιοκτήτης πολύ φιλόξενος, πολύ άνετος και ιδιαίτερα εξυπηρετικός, μας έδωσε πληροφορίες για την πόλη τις οποίες και ακολουθήσαμε. Μεταξύ άλλων, μας πληροφόρησε πως στις 11 ξεκινά από την πλατεία Δημοκρατίας ξενάγηση από μια εθελόντρια, ευκαιρία την οποία και αδράξαμε! Γυρνούσαμε μαζί της 2,5 ώρες. Μας τριγύρισε σε διάφορους δρόμους και γειτονιές όπως η Σίλικον Βάλεϋ (!) –δρόμος όπου η φιγούρα και η γκλαμουριά περισσεύει-, ο πεζόδρομος Κνεζ Μιχαήλοβα –κάτι ανάλογο με την Ερμού της Αθήνας-, η Σκανταρλίια, το κάστρο Καλεμέγδαν και αλλού. Πιο πολύ από όλα μου άρεσαν τα δυο τελευταία. Η συνοικία Σκανταρλίια είναι μποέμικη συνοικία και κάποτε υπήρξε στέκι των καλλιτεχνών της περιοχής. Είναι κάτι ανάλογο με τη Μονμάρτη του Παρισιού  και με την Πλάκα της Αθήνας. Η όψη της γειτονιάς αυτής μου φάνηκε πολύ ιδιαίτερη, μυστηριώδης, ζεστή, ανεξήγητη, ατμοσφαιρική και παράξενα ελκυστική…

Το κάστρο Καλεμέγδαν βρίσκεται σε μια παραποτάμια άκρη της πόλης που περιβάλει ένα σωρό υπέροχα πάρκα. Είναι μια τεράστια πανέμορφη έκταση γεμάτη πολιτισμούς. Τα κτίσματα και τα τείχη ακολουθούν διάφορους ρυθμούς και αρχιτεκτονικές μιας και πέρασαν από ‘κει διάφοροι κατά καιρούς άλλοτε κτίζοντας και άλλοτε γκρεμίζοντας. Κάτω από το κάστρο αυτό συναντώνται τα δυο ποτάμια του Βελιγραδίου –ο Σάβα και ο Δούναβης- και η θέα από ψηλά είναι κάτι παραπάνω από μαγευτική. Ανάμεσα στα πολλά ενδιαφέροντα που έχει να δει κανείς είναι εκκλησίες, αγάλματα, γέφυρες, πύργοι, αψίδες, πύλες, τανκς (!) από τον 1ο και 2ο παγκόσμιο πόλεμο, πλατείες, γήπεδα. Άμα ξαναέρθω πάλι στο Βελιγράδι (πχ. καθώς θα περιμένω την ανταπόκριση του τρένου για Βουδαπέστη… μη γελάτε καθόλου) θα ήθελα όλο μου τον χρόνο να τον περάσω εδώ πάνω!

Αφού τελειώσαμε με την πραγματικά άκρως αξιόλογη ξενάγηση της εθελόντριας κοπελίτσας, κατευθυνθήκαμε άρον των άρον προς το μουσείο Τέσλα για να το προλάβουμε πριν κλείσει. Το μουσείο αυτό είναι πολύ ξεχωριστό και μοιάζει με ένα εργαστήρι φυσικής. Έχει μοντέλα με τις αρχές λειτουργίας των διαφόρων επινοήσεων και εφευρέσεων του γνωστού μας από τη φυσική Νίκολα Τέσλα. Η είσοδος γίνεται ανά γκρουπ, υπάρχει ξεναγός που εξηγεί πως λειτουργούν τα διάφορα εκθέματα-μοντέλα-μηχανές στα αγγλικά και στα σέρβικα και τέλος, τίθενται όλα σε λειτουργία κάνοντας σε να νιώθεις μικρός επιστήμονας J Στο τέλος της ξενάγησης, προβάλλεται ταινία μικρού μήκους με τη ζωή του Τέσλα. Προσωπικά, βρίσκω ιδιαίτερα συμπαθητικό το γεγονός να προβάλλεται ταινία μέσα σε μουσείο. Αν και στο συγκεκριμένο η ταινία μας έκανε να νυστάξουμε λόγω της κούρασης μας, θεωρώ πως είναι μια κίνηση που προσπαθεί να δώσει μια ζωντάνια στο παρελθόν που παρουσιάζει το μουσείο στους χώρους του. Σε κάνει να κατανοείς καλύτερα αυτά που έχεις δει, ανακαλύπτεις νέες διαστάσεις και αναμφίβολα, φεύγοντας, έχεις αποκτήσει πληρέστερη εικόνα του υλικού που πραγματεύεται το μουσείο. Έτσι ένιωσα και όταν επισκέφτηκα το μεταλλευτικό μουσείο της Μήλου.

Μετά από το μουσείο, σειρά πήραν οι εκκλησίες του Αγ. Σάβα, του Αγ. Μάρκου και το μνημείο του Ζούκωφ. Το τελευταίο, είναι απλώς ένα άγαλμα σε μια πλατεία και δεν είναι κάτι το ιδιαίτερο. Οι εκκλησίες είναι ορθόδοξες, δεν έχουν αγιογραφίες στους τοίχους, όπως έχουν οι εκκλησίες της Έδεσσας, παρά μόνον εικόνες και επίσης δεν έχουν καρέκλες. Εντούτοις, είναι εξίσου ζεστές –στην καρδιά- όπως και οι δικές μας.

Αφού γυρίσαμε το μισό Βελιγράδι επισκεπτόμενοι όλα αυτά, το ξαναγυρίσαμε άλλη μια φορά μέχρι να βρούμε κάπου καλά και φτηνά να κάτσουμε για φαγητό. Βρήκαμε ένα όμορφο παραδοσιακό ταβερνάκι με πολύ νόστιμο φαγητό! Πήραμε όλοι το παραδοσιακό must του Βελιγραδίου που είναι το mixed grill plate με διάφορα πεντανόστιμα κρέατα. Ήπιαμε μπύρες lav και jelen καθώς και κάτι που μοιάζει με τσίπουρο και το λένε ντούνια (ή κάπως έτσι). Στο τέλος φάγαμε και ένα γλυκό που δε θυμάμαι πως το λένε. Μετά την ταβέρνα γυρίσαμε στο χόστελ για να πιούμε ένα κρασάκι (που ψωνίσαμε από ένα σούπερ μάρκετ) και να ξεκουραστούμε.

 

Ημέρα τρίτη 30/10/2010

Την ημέρα αυτή αποφασίσαμε να πάμε σε μια άλλη πόλη που είναι περίπου 90χλμ ΒΔ του Βελιγραδίου και που λέγεται Νόβι Σαντ. Πήγαμε με λεωφορείο και μας πήρε περίπου 1,5 ώρα. Η πόλη αυτή είναι σαφώς πιο μικρή από το Βελιγράδι και έχει έναν πιο εύθυμο τόνο στα κτίρια, στα χρώματα και στον κόσμο της. Από τον σταθμό των λεωφορείων κατευθυνθήκαμε προς το κέντρο. Εκεί στο κέντρο βρήκαμε μια τεράστια πλατεία με μια εντυπωσιακά πανύψηλη εκκλησία να δεσπόζει στη μια της άκρη. Γύρω γύρω παντού νεοκλασικά κτίρια ανοιχτόχρωμα βαμμένα και όλα περιποιημένα. Κόσμος πολύς. Ο άνετος, φαρδύς και κατάμεστος πεζόδρομος μας οδήγησε στο πάρκο Βοϊβοντίνα, ένα υπέροχο πάρκο με μια λιμνούλα στη μέση. Τα χρώματα ήταν υπέροχα. Στο πάρκο αυτό έχει μουσείο, το οποίο δεν προλάβαμε να επισκεφτούμε.

Συνεχίσαμε την βόλτα μας προς το κάστρο Πετροβαραντίν που δεν απείχε πολύ από το πάρκο αυτό. Για να φτάσει κανείς στο κάστρο, περνά μια μεγάλη γέφυρα πάνω από τον Δούναβη. Το κάστρο αυτό ήταν διαφορετικό από το Καλεμέγδαν. Δεν είχε τόσα πολλά κτίρια, είχε όμως πολλές πράσινες πλαγιές και εξίσου όμορφη θέα κάτω προς το ποτάμι και προς την πόλη. Υπάρχει και εδώ ένα μουσείο, το οποίο το επισκέφτηκε μόνο ο Θοδωρής και μας είπε πως δεν ήταν κάτι το ιδιαίτερο. Πάνω στην κορυφή του κάστρου υπάρχουν μαγαζιά που προσφέρουν φαγητό και καφέ. Καθίσαμε σε ένα από αυτά και φάγαμε.

Επιστρέψαμε στο σταθμό των λεωφορείων με αστικό λεωφορείο και προλάβαμε στο τσαφ το πούλμαν των 18:00 για Βελιγράδι. Το βραδάκι βγήκαμε έξω να πιούμε μια μπυρίτσα. Ενδιαφέροντα μαγαζιά βρήκαμε σε μια παράλληλη οδό της Κνεζ Μιχαήλοβα. Καθίσαμε σε ένα μικρό μπαράκι που έπαιζε ροκ μουσική και μας κέντρισε το ενδιαφέρον.

 

Ημέρα τέταρτη 31/10/2010

Το πρωί σηκωθήκαμε χορτάτοι από ύπνο κερδίζοντας μια ώρα, μιας και η ώρα γύρισε στη χειμερινή. Το πρόγραμμα μας για το πρωινό έλεγε επίσκεψη στα μουσεία του Τίτο. Η περιοχή αυτή είναι ένα κτιριακό συγκρότημα μέσα σε ένα μεγάλο πάρκο. Στο πρώτο κτίριο στεγαζόταν το διάστημα αυτό μια έκθεση του Νταλί την οποία και επισκεφτήκαμε. Συνεχίσαμε την επίσκεψη μας στο μαυσωλείο του Τίτο. Αυτό είναι ένας χώρος πολύ φωτεινός που στη μέση έχει το μνήμα και γύρω γύρω δωμάτια με διάφορα εκθέματα (έπιπλα και αντικείμενα) από τη ζωή του και από την πρότερη ζωή της Σερβίας. Λίγο παραπέρα βρίσκεται ένα άλλο μουσείο με όπλα, παραδοσιακές φορεσιές, λάφυρα και δώρα από άλλα έθνη κλπ.

Στη συνέχεια κατευθυνθήκαμε ξανά προς το κέντρο και πήραμε άλλο αστικό λεωφορείο για να πλησιάσουμε την περιοχή Ζέμουν. Το Ζέμουν είναι από την άλλη πλευρά του ποταμού και πιο νότια από αυτό είναι το νέο Βελιγράδι. Η περιοχή αυτή στη μια της άκρη έχει ένα ύψωμα από όπου βλέπει κανείς το Ζέμουν αφ’ υψηλού, τον Δούναβη και απέναντι το Στάρι Γρκαντ που είναι το παλιό Βελιγράδι. Κάτω και δίπλα στο ποτάμι υπάρχουν καφετέριες και εστιατόρια και πιο πέρα πάρκα με παιδικές χαρές, λούνα παρκ, μικροπωλητές και παγκάκια. Πολλοί Σέρβοι ήταν εδώ και όλοι φαίνονταν να χαίρονται την όμορφη και ηλιόλουστη Κυριακή τους και φυσικά μαζί με αυτούς και εμείς. Περπατήσαμε ως τη γέφυρα με τα πόδια καλύπτοντας απόσταση επτά χιλιομέτρων περίπου. Αφού διασχίσαμε την γέφυρα, πήραμε το λεωφορείο για μια στάση και κατεβήκαμε στην περιοχή Ζελένι Βένατς.

Από ‘κει κατεβήκαμε στο σταθμό για να κλείσουμε τα αποψινά μας κρεβάτια για το τρένο. Υποτίθεται πως κλείσαμε έξι κρεβάτια… Το τρένο θα έφευγε δέκα παρά δέκα από το Βελιγράδι και είχαμε ακόμα αρκετό χρόνο στη διάθεση μας. Κανά δίωρο - τρίωρο δηλαδή. Αποφασίζουμε να πιούμε στα γρήγορα μια μπύρα στο Irish Pub που βρήκαμε τυχαία στο δρόμο μας. Ο Θοδωρής χτύπησε, στα ακόμη πιο γρήγορα, και ένα κοκτέιλ. Κατά τις εννιά παρά φεύγουμε και πάμε στο χόστελ να πάρουμε τα πράματα μας, να πάμε σε κάτι καντίνες απέναντι από το σταθμό να πάρουμε κάτι σάντουιτς με μπιφτέκια (πλεσκαβίτσα λέγεται το είδος του μπιφτεκιού και είναι must) και τέλος να περάσουμε απέναντι στο σταθμό και να επιβιβαστούμε στο τρένο.

Στο χόστελ μας περίμενε ο φιλοξενότατος ιδιοκτήτης με ένα μπουκάλι ρακίια. Αυτό είναι κάτι σαν τσίπουρο με 53% αλκοόλ όπως μας είπε. Αφού συζητήσαμε λίγο, αφού ήπιαμε λίγο κάποιοι, λίγο παραπάνω κάποιοι άλλοι και ΠΟΛΥ παραπάνω κάποιοι άλλοι φύγαμε –τρεκλίζοντας κάποιοι-  για να προλάβουμε τις πλεσκαβίτσες κατά πρώτον και το τρένο κατά δεύτερον. Δέκα παρά είκοσι ήμαστε στις καντίνες. Το τρένο φεύγει σε 10 λεπτά. Τα μπιφτέκια δεν είναι έτοιμα και τότε μπαίνουν στη σχάρα για να ψηθούν. Ο πωλητής μας βεβαιώνει πως σε 5 λεπτά θα είναι έτοιμα. Δεν τον πιστεύω και λέω να φύγουμε. Οι άλλοι θέλανε περισσότερο να φάνε μπιφτέκια παρά να ταξιδέψουμε εγκαίρως. Όπως και έγινε… Τρέχουμε τα κορίτσια στο σταθμό και τα αγόρια μένουν για τις πλεσκαβίτσες. Βλέπουμε το τρένο μπροστά στα μάτια μας να φεύγει και να μην μας περιμένει παρόλες τις ικεσίες μας στους σταθμάρχες. Δεν πιστεύουμε στα μάτια μας. Το τρένο συνεχώς απομακρύνεται και εμείς το βλέπουμε να μικραίνει και να χάνεται από τον νυχτερινό ορίζοντα μη μπορώντας να πιστέψουμε τι έχει συμβεί. Στο καπάκι, μας την πέφτει ένας Ούγγρος ο οποίος επίσης έχασε το τρένο, δεν μπορούσε να ανταλλάξει ουγγρικά λεφτά σε δηνάρια και μας παρακαλεί να του κάνουμε συνάλλαγμα (να πάρουμε τα ουγγρικά και να του δώσουμε ευρώ για να τα κάνει δηνάρια) για να μπορέσει να φύγει στα Σκόπια με το λεωφορείο των 23:00. Η μια τραγωδία διαδέχεται την άλλη. Στο μεταξύ φτάνουν και τα αγόρια με τα μπιφτέκια ανά χείρας. Τους εξηγούμε το δράμα μας και εν μέσω πανικού προσπαθούμε να βρούμε λύση. Το επόμενο τρένο έφευγε στις 07:50 το πρωί. Αυτή η λύση θα μας κόστιζε 15€ για διανυκτέρευση συν νέα εισιτήρια συν σημαντική καθυστέρηση για κάποιους που είχαν προγραμματισμένες δουλειές στην Ελλάδα. Μια δεύτερη λύση ήταν να πάμε να προλάβουμε το τρένο με ταξί στον επόμενο σταθμό που ήταν στο Μλάντενοβατς και που θα περνούσε από εκεί στις 23.10 και που ήταν 55χλμ μακριά από το Βελιγράδι και που θα μας κόστιζε 16€ το άτομο. Προτιμήσαμε τη δεύτερη λύση. Συμφωνήσαμε με δυο ταξιτζίδες με 95€ και για τα δυο ταξί. Φορτωνόμαστε στα γρήγορα και ξεκινάμε για το Μλάντενοβατς. Φτάνουμε σε περίπου μισή ώρα και αρκετά πριν τις 23:10. Ο ένας απ’ τους έξι μας, είναι σε αρκετά άσχημη κατάσταση εξαιτίας του αλκοόλ. Έρχεται το τρένο, ελαφρώς καθυστερημένο, και μπαίνουμε μέσα. Εκεί ανακαλύπτει ο ελεγκτής πως έχουμε εισιτήρια για 3 κρεβάτια και όχι για 6! Η μια αναποδιά διαδέχεται την άλλη με περισσό θράσος! Τελικά, πληρώνουμε κάτι ακόμα πάνω στο τρένο και παίρνουμε άλλα 3 κρεβάτια. Αφού τακτοποιηθήκαμε, δεν πιστεύαμε πως ξεμπερδέψαμε έτσι… απλά, σβέλτα και πανέξυπνα! Χαχαχαχα!!! Η υπερένταση έδωσε γρήγορα τη σειρά της στην κούραση και κοιμηθήκαμε στα μαλακά μας κρεβατάκια. Το πρωί μετά τον ύπνο, ήταν όλα τέλεια. Ο κομμάτιας ευτυχώς είχε συνέλθει τελείως και μας αποχαιρέτισε πρώτος πρώτος κατεβαίνοντας στο Πολύκαστρο. Εγώ, σε αντίθεση με όλους τους άλλους, δεν ήθελα με τίποτε να φτάσουμε στη Θεσσαλονίκη… Ήθελα να συνεχιζόταν το ταξίδι. Το θέλημα μου, όμως, διακόπηκε απότομα, όταν φρέναρε το τρένο στο σταθμό της Σαλονίκης. Έπρεπε να κατέβουμε όλοι και μαζί με όλους και εγώ. Μάζεψα τα κουράγια μου, φορτώθηκα το σακίδιο μου και κατέβηκα με σκυμμένο το κεφάλι και σφιγμένα τα χείλη. Στο σταθμό χαιρετίσαμε τον Ντάνη πρώτα ενώ οι υπόλοιποι μείναμε να περιμένουμε τα επόμενα τρένα για τις πόλεις και τα σπίτια μας. Τελευταία από όλους έφυγε η Ευδοκία.

Ένα ακόμη ταξίδι πραγματοποιήθηκε, μια ακόμη χώρα προστέθηκε στη λίστα των ταξιδιών του βαλκανιζατέρ και, φυσικά, ένας ακόμη στόχος μπήκε. Βουδαπέστη by train, again!

Αν και ο Μιχάλης ξύνεται για Βερολίνο περισσότερο. Η easyjet πετάει απευθείας από Σαλονίκη με λίγα λεφτά. Δε θα του περάσει όμως! Βουδαπέστη θα πάμε και μάλιστα με τρένο!!! Χαχαχα. Να ‘στε καλά όλοι ρε παιδιά J

 

Πίσω

Αναζήτηση στον ιστότοπο

© niki_kar 2009 All rights reserved.